Σίγουρα την έχετε ακούσει. Πολύς κόσμος τρομοκρατείται ακούγοντας για τη δυσπλασία του ισχίου και αυτό είναι λάθος για πολλούς λόγους. Ας τα πάρουμε από την αρχή …

H άρθρωση του ισχίου αποτελείται από συγκεκριμένα ανατομικά στοιχεία όπως φαίνεται στην εικόνα: τον αρθρικό θύλακο εντός του οποίου υπάρχουν οι αρθρικές επιφάνειες :1- η κυρτή και σφαιρική κεφαλή του μηριαίου, 2- η επιφάνεια της κοτύλης που ανήκει στην πύελο. Ο στρογγύλος σύνδεσμος που συνδέει την κεφαλή του μηριαίου με την κοτύλη δεν φαίνεται στην εικόνα.

Η δυσπλασία του ισχίου είναι η συχνότερη ορθοπαιδική πάθηση που διαγιγνώσκεται στο σκύλο. Ουσιαστικά, αυτό που περιγράφει η συγκεκριμένη πάθηση είναι ο όρος χαλαρότερο ισχίο (χαλαρότητα των μαλακών ιστών του αρθρικού θυλάκου και του στρογγύλου συνδέσμου, με αποτέλεσμα την να μην μπορεί να διατηρηθεί η κεφαλή του μηριαίου μέσα στην κοτύλη). Παρατηρείται και στο σκύλο και στη γάτα ενώ συχνότερα προσβάλλονται οι μεγαλόσωμες και οι γιγαντόσωμες φυλές σκύλων. Παλιά υπήρχε η πεποίθηση ότι είναι η νόσος των Γερμανικών Ποιμενικών. Ίσως είναι μια από τις πρώτες φυλές αν όχι και η πρώτη στην οποία έγινε διάγνωση δυσπλασίας ισχίου αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι η πάθηση της συγκεκριμένης φυλής.

Τα πιθανά αίτια είναι :

Α) Η κληρονομικότητα. Βασικός παράγοντας. Στον τρόπο της κληρονομικής μεταβίβασης της πάθησης αυτής  υπεισέρχονται διάφορα γονίδια.  Εφόσον λοιπόν υπάρχει κληρονομικότητα (γενότυπος) , έρχονται οι «περιβαλλοντικοί» παράγοντες που θα δράσουν σε συνδυασμό με το γενότυπο για να εκδηλωθεί η δυσπλασία (φαινότυπος). Αυτά είναι τα Β,Γ,Δ

Β)  Η διατροφή. H κατανάλωση μεγάλης ποσότητας τροφής ειδικά σε νεαρή ηλικία, η γρήγορη αύξηση του σωματικού βάρους, τα συμπληρώματα διατροφής με κύριο συστατικό το ασβέστιο αυξάνουν τις πιθανότητες εκδήλωσης της δυσπλασίας του ισχίου.

Γ)  Η ταχεία ανάπτυξη του σκελετού έναντι του καθυστερημένου ρυθμού ανάπτυξης του των μυών. Οι πρώτες 60 ημέρες της ζωής του σκύλου είναι οι πιο σημαντικές για τη διάπλαση των μαλακών ιστών. Άλλες θεωρίες επίσης είναι η ανωμαλία στη σύνθεση του κολλαγόνου του αρθρικού θυλάκου, στη σύνθεση του αρθρικού υγρού όπως και στη διαταραχή της ενδοχόνδριας οστεοποίησης που παρατηρείται και σε άλλες αρθρώσεις. Αξίζει να σημειωθεί πως τίποτα δεν είναι απόλυτα ξεκαθαρισμένο έτσι ώστε να βρεθεί ακριβώς τι μπορεί να φταίει στην εκδήλωση της δυσπλασίας.

Δ) Μηχανικοί παράγοντες και πιο συγκεκριμένα η έντονη δραστηριότητα.

Η παραμόρφωση της κοτύλης και της κεφαλής του μηριαίου αποτελούν την εξέλιξη της πάθησης και οδηγούν σε δευτερογενή οστεοαρθρίτιδα.

Η διάγνωση γίνεται αποκλειστικά από τον κτηνίατρο με:

  1. Λήψη ιστορικού. Μεταξύ 4 – 10 μηνών που αρχίζει να εκδηλώνεται το πρόβλημα ο ιδιοκτήτης παρατηρεί ότι το ζώο του κουτσαίνει, δυσκολεύεται να ανεγερθεί, κουράζεται εύκολα και πονάει. Σε καμία περίπτωση δεν ισχύει αυτό για το σύνολο των περιστατικών καθώς υπάρχουν νεαρά ζώα με δυσπλασία που δεν την εκδηλώνουν. Τα ίδια συμπτώματα παρατηρούνται και στα ενήλικα ζώα.
  2. Ορθοπαιδικός έλεγχος στο ζώο χωρίς ΚΑΙ υπό ηρέμηση. Ο ορθοπαιδικός έλεγχος στα ζώα συντροφιάς διακρίνεται στην επισκόπηση του ζώου σε στάση – βάδιση – τρέξιμο – ανέβασμα/κατέβασμα σε σκαλοπάτια – δυνατότητα/τρόπος ανέγερσης/κατάκλισης. Συνήθως διαπιστώνεται από τον κτηνίατρο χωλότητα, διαταραχή βαδίσματος ενώ ιδιαίτερα στις σκάλες παρατηρείται το «bunny hopping» δηλαδή τα πίσω πόδια να κινούνται ακριβώς με τον ίδιο τρόπο και να συγχρονίζονται. Επόμενο στάδιο του ορθοπαιδικού ελέγχου είναι η εφαρμογή παθητικών κινήσεων κάμψης – έκτασης  στην άρθρωση του ισχίου χωρίς ηρέμηση με σκοπό τον εντοπισμό πόνου και εκτίμησης του εύρους της κίνησης της άρθρωσης.
  3. Ακτινολογικός έλεγχος υπό βαθειά ηρέμηση ή γενική αναισθησία. Παράλληλα, εφαρμόζεται από τον κτηνίατρο το τελευταίο βήμα του ορθοπαιδικού ελέγχου με την εφαρμογή της δοκιμής « Ortolani », τα ευρήματα της οποίας θα πρέπει να συνυπολογίζονται με εκείνα του απεικονιστικού ελέγχου για την τελική διάγνωση.

Η θεραπεία μπορεί να είναι συντηρητική ή χειρουργική ανάλογα με τις ιδιαιτερότητες του κάθε περιστατικού σε συνδυασμό με την επιθυμία του ιδιοκτήτη.

Η συντηρητική θεραπεία επιλέγεται όταν δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν  χειρουργικές τεχνικές (οστετομές) ή/και όταν δεν επιθυμεί ο ιδιοκτήτης τη διεξαγωγή χειρουργικής επέμβασης. Στα πλαίσια της συντηρητικής θεραπείας περιλαμβάνονται ο περιορισμός της κινητικής δραστηριότητας του ζώου (όταν πρόκειται για νεαρό ζώο τουλάχιστον μέχρι τους 16- 18 μήνες), η χρόνια χορήγηση αντιφλεγμονωδών φαρμάκων για την μείωση του πόνου και της φλεγμονής λόγω δευτερογενούς οστεοαρθρίτιδας και η φυσικοθεραπεία (κολύμπι) με στόχο την ενδυνάμωση των μυϊκών μαζών.

Οι χειρουργικές τεχνικές που θα αναφερθούν στη συνέχεια εφαρμόζονται με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας της ζωής του ζώου αλλά και κάποιες από αυτές όταν αποτυγχάνει η συντηρητική θεραπεία. Υπογραμμίζεται πως δεν πρόκειται να αναλυθούν εκτενώς στα πλαίσια του συγκεκριμένου άρθρου.

Η «πρώτη φάση» της χειρουργικής αντιμετώπισης της  δυσπλασίας του ισχίου με βάση την ηλικία του ασθενούς αποτελείται από (3) τεχνικές:

  1. Συμφυσιόδεση. Αυτή η τεχνική είναι αποτελεσματική όταν εφαρμόζεται στους 4 – 4,3 μήνες ζωής του ζώου υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις. Σε ζώα  3 – 4 μηνών των οποίων οι κεφαλές των δύο μηριαίων είναι ήδη εξαρθρωμένες δεν έχει καμία απόδοση η συγκεκριμένη τεχνική.
  2. Τριπλή ή διπλή  οστεοτομία της πυέλου. Αυτή η τεχνική είναι αποτελεσματική όταν εφαρμόζεται στους 5 – 9 (μέχρι 10 – 11) μήνες ζωής του ζώου χωρίς ακτινολογικές αλλοιώσεις δευτερογενούς  οστεοαρθρίτιδας.
  3. Εκτομή της κεφαλής και του αυχένα του μηριαίου (σε όλες τις ηλικίες).

Η «δεύτερη φάση» αφορά τα ενήλικα ζώα με δευτερογενή οστεοαρθρίτιδα. Αποτελείται από (2) τεχνικές :

  •  Εκτομή της κεφαλής και του αυχένα του μηριαίου (σε όλες τις ηλικίες). Καλύτερο αποτέλεσμα επιτυγχάνεται σε σκύλους με σωματικό βάρος μικρότερο από 18 κιλών.
  • Ολική αρθροπλαστική ισχίου.

Εν κατακλέιδι , αξίζει να αναφερθεί πως πάντα θα πρέπει να συνυπολογίζεται η κλινική εικόνα του ασθενούς ζώου με τα ευρήματα της ορθοπαιδικής – ακτινολογικής εξέτασης, με σκοπό τη λήψη μιας ορθής απόφασης για την τελική επιλογή του θεραπευτικού σχήματος που θα ακολουθηθεί. Πιο συγκεκριμένα, για παράδειγμα, ζώα τα οποία είναι διαγνωσμένα με δυσπλασία ισχίου και παρόλα αυτά έχουν μια άριστη κλινική εικόνα (δεν εμφανίζουν χωλότητα, δεν πονούν) σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υποβληθούν σε χειρουργική επέμβαση. Για περισσότερες πληροφορίες απευθυνθείτε στον κτηνίατρό σας.

Γεωργάκη Βασιλική, κτηνίατρος, DVM, Msc Χειρουγικής Zώων Συντροφιάς Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης